Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βορεύω
Βορηϊάς
βοροποιός
βορός
βορός2
Βορραπηλιώτης
βορρόλιψ
βόρυες
Βορυσθένης
Βορυσθενίτης
βόσις
βοσκάδιος
βοσκάς
βοσκεών
βοσκή
βόσκημα
βοσκηματώδης
βόσκησις
βοσκητέον
βοσκήτωρ
βοσκός
View word page
βόσις
food

ShortDef

food

Debugging

Headword:
βόσις
Headword (normalized):
βόσις
Headword (normalized/stripped):
βοσις
IDX:
17562
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17563
Key:

Data

{'content': 'food'}