Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βόλος
βομβάζω
βομβαλοβομβάξ
βομβάξ
βομβαύλιος
βομβέω
βομβηδόν
βομβήεις
βόμβησις
βομβητής
βομβητικός
βόμβος
βομβυκίας
βομβύκινος
βομβύκιον
βομβυκοειδής
βομβυλεύματα
βομβυλιός
βόμβυξ
βομβώδης
βόνασος
View word page
βομβητικός
humming

ShortDef

humming

Debugging

Headword:
βομβητικός
Headword (normalized):
βομβητικός
Headword (normalized/stripped):
βομβητικος
IDX:
17500
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17501
Key:

Data

{'content': 'humming'}