Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βόλιτον
βολλωτός
βολοκτυπίη
βόλος
βομβάζω
βομβαλοβομβάξ
βομβάξ
βομβαύλιος
βομβέω
βομβηδόν
βομβήεις
βόμβησις
βομβητής
βομβητικός
βόμβος
βομβυκίας
βομβύκινος
βομβύκιον
βομβυκοειδής
βομβυλεύματα
βομβυλιός
View word page
βομβήεις
humming, buzzing

ShortDef

humming, buzzing

Debugging

Headword:
βομβήεις
Headword (normalized):
βομβήεις
Headword (normalized/stripped):
βομβηεις
IDX:
17497
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17498
Key:

Data

{'content': 'humming, buzzing'}