Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀθλιοποιός
ἄθλιος
ἀθλιότης
ἄθλιπτος
ἀθλοθεσία
ἀθλοθετέω
ἀθλοθέτης
ἆθλον
ἆθλος
ἀθλοφόρος
Ἀθμονεύς
ἄθολος
ἀθόλωτος
ἄθορος
ἀθορύβητος
ἀθόρυβος
ἀθραγένη
ἀθράνευτος
ἄθραυστος
ἄθρεπτος
ἀθρέω
View word page
Ἀθμονεύς
of the deme Athmone

ShortDef

of the deme Athmone

Debugging

Headword:
Ἀθμονεύς
Headword (normalized):
ἀθμονεύς
Headword (normalized/stripped):
αθμονευς
IDX:
1745
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-1746
Key:

Data

{'content': 'of the deme Athmone'}