Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βοθρόω
βοθύνιον
βόθυνος
βοθυνωτής
Βοίβη
Βοιβηΐς
Βοιβιάς
βοιδάριον
βοίδης
βοίδιον
βόϊνος
Βοιόν
βοιόν
βοϊστί
βοιωταρχέω
Βοιωτάρχης
Βοιωταρχία
Βοιώταρχος
Βοιωτία
βοιωτιάζω
Βοιώτιος
View word page
βόϊνος
having
ShortDef
having
Debugging
Headword:
βόϊνος
Headword (normalized):
βόϊνος
Headword (normalized/stripped):
βοινος
IDX:
17453
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17454
Key:
Data
{'content': 'having'}