Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βοηλάτης
βοηλατικός
βοήροτος
βόησις
βοητής
βοητός
βοητύς
βοθρεύω
βοθρίον
βοθροειδής
βόθρος
βοθρόω
βοθύνιον
βόθυνος
βοθυνωτής
Βοίβη
Βοιβηΐς
Βοιβιάς
βοιδάριον
βοίδης
βοίδιον
View word page
βόθρος
any hole
ShortDef
any hole
Debugging
Headword:
βόθρος
Headword (normalized):
βόθρος
Headword (normalized/stripped):
βοθρος
IDX:
17442
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17443
Key:
Data
{'content': 'any hole'}