Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βλοσυρόμματος
βλοσυρός
βλοσυρότης
βλοσυρόφρων
βλοσυρῶπις
βλύζω
βλύσις
βλωθρός
βλωμός
βλωρός
βλῶσις
βλώσκω
βόα
βοά
βοάγριον
Βοάγριος
βόαγρος
βοαθοέω
βόαμα
βοάνθρωπος
βόαξ
View word page
βλῶσις
arrival, presence

ShortDef

arrival, presence

Debugging

Headword:
βλῶσις
Headword (normalized):
βλῶσις
Headword (normalized/stripped):
βλωσις
IDX:
17388
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17389
Key:

Data

{'content': 'arrival, presence'}