Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βλιτάς
βλιτομάμμας
βλίτον
βλίττω
βλίτυρι
βλιτυρίζομαι
βλιχανώδης
βλιχώδης
βλοσυρόμματος
βλοσυρός
βλοσυρότης
βλοσυρόφρων
βλοσυρῶπις
βλύζω
βλύσις
βλωθρός
βλωμός
βλωρός
βλῶσις
βλώσκω
βόα
View word page
βλοσυρότης
grimness
ShortDef
grimness
Debugging
Headword:
βλοσυρότης
Headword (normalized):
βλοσυρότης
Headword (normalized/stripped):
βλοσυροτης
IDX:
17380
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17381
Key:
Data
{'content': 'grimness'}