Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βληχάς
βληχή
βληχητά
βλῆχνον
βληχρός
βληχώδης
βλήχων
βληχωνίας
βλιαρόν
βλιμάζω
βλίμασις
βλιστηρίς
βλιτάς
βλιτομάμμας
βλίτον
βλίττω
βλίτυρι
βλιτυρίζομαι
βλιχανώδης
βλιχώδης
βλοσυρόμματος
View word page
βλίμασις
lewd handling
ShortDef
lewd handling
Debugging
Headword:
βλίμασις
Headword (normalized):
βλίμασις
Headword (normalized/stripped):
βλιμασις
IDX:
17368
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17369
Key:
Data
{'content': 'lewd handling'}