Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βλεφαροσπάξ
βλεψίας
βλέψις
βλήδην
βλῆμα
βλής
βληστρίζω
βληστρισμός
βλήτειρα
βλητέον
βλητικόν
βλητός
βλῆτρον
βληχάομαι
βληχάς
βληχή
βληχητά
βλῆχνον
βληχρός
βληχώδης
βλήχων
View word page
βλητικόν
striking
ShortDef
striking
Debugging
Headword:
βλητικόν
Headword (normalized):
βλητικόν
Headword (normalized/stripped):
βλητικον
IDX:
17354
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17355
Key:
Data
{'content': 'striking'}