Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βλαψίταφος
βλαψίφρων
βλεμεαίνω
βλέμμα
βλέννα
βλεννός
βλέννος
βλεννώδης
βλεπεδαίμων
βλέπησις
βλέπος
βλεπτέον
βλεπτικός
βλεπτός
βλέπω
βλεφαρίζω
βλεφαρικός
βλεφαρίς
βλεφαρῖτις
βλεφαροκάτοχος
βλέφαρον
View word page
βλέπος
a look

ShortDef

a look

Debugging

Headword:
βλέπος
Headword (normalized):
βλέπος
Headword (normalized/stripped):
βλεπος
IDX:
17332
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17333
Key:

Data

{'content': 'a look'}