Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βλαυτίον
βλαυτόω
βλάψις
βλαψίταφος
βλαψίφρων
βλεμεαίνω
βλέμμα
βλέννα
βλεννός
βλέννος
βλεννώδης
βλεπεδαίμων
βλέπησις
βλέπος
βλεπτέον
βλεπτικός
βλεπτός
βλέπω
βλεφαρίζω
βλεφαρικός
βλεφαρίς
View word page
βλεννώδης
slimy, mucous
ShortDef
slimy, mucous
Debugging
Headword:
βλεννώδης
Headword (normalized):
βλεννώδης
Headword (normalized/stripped):
βλεννωδης
IDX:
17329
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17330
Key:
Data
{'content': 'slimy, mucous'}