Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀθήτευτος
ἀθιγής
ἄθικτος
ἄθλαστος
ἀθλεύω
ἀθλέω
ἄθλημα
ἄθλησις
ἀθλητέον
ἀθλητής
ἀθλητικός
ἀθλιβής
ἀθλιόομαι
ἀθλιοποιός
ἄθλιος
ἀθλιότης
ἄθλιπτος
ἀθλοθεσία
ἀθλοθετέω
ἀθλοθέτης
ἆθλον
View word page
ἀθλητικός
of/for an athlete; athletic
ShortDef
of/for an athlete; athletic
Debugging
Headword:
ἀθλητικός
Headword (normalized):
ἀθλητικός
Headword (normalized/stripped):
αθλητικος
IDX:
1732
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-1733
Key:
Data
{'content': 'of/for an athlete; athletic'}