Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βλάττα
βλαύτη
βλαυτίον
βλαυτόω
βλάψις
βλαψίταφος
βλαψίφρων
βλεμεαίνω
βλέμμα
βλέννα
βλεννός
βλέννος
βλεννώδης
βλεπεδαίμων
βλέπησις
βλέπος
βλεπτέον
βλεπτικός
βλεπτός
βλέπω
βλεφαρίζω
View word page
βλεννός
drivelling

ShortDef

drivelling

Debugging

Headword:
βλεννός
Headword (normalized):
βλεννός
Headword (normalized/stripped):
βλεννος
IDX:
17327
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17328
Key:

Data

{'content': 'drivelling'}