Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βλαίσωσις
βλακεία
βλακεννόμιον
βλάκευμα
βλακεύω
βλακικός
βλακώδης
βλάξ
βλαπτικός
βλάπτω
βλάσκει
βλαστάνω
βλαστάω
βλάστη
βλάστημα
βλαστημός
βλάστησις
βλαστητικός
βλαστικός
βλαστοδρεπής
βλαστοκοπέω
View word page
βλάσκει
fish
ShortDef
fish
Debugging
Headword:
βλάσκει
Headword (normalized):
βλάσκει
Headword (normalized/stripped):
βλασκει
IDX:
17300
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17301
Key:
Data
{'content': 'fish'}