Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βλαβεραυγής
βλαβερός
βλάβη
βλάβομαι
βλαδαρός
βλαισόομαι
βλαισός
βλαισότης
βλαίσωσις
βλακεία
βλακεννόμιον
βλάκευμα
βλακεύω
βλακικός
βλακώδης
βλάξ
βλαπτικός
βλάπτω
βλάσκει
βλαστάνω
βλαστάω
View word page
βλακεννόμιον
fools

ShortDef

fools

Debugging

Headword:
βλακεννόμιον
Headword (normalized):
βλακεννόμιον
Headword (normalized/stripped):
βλακεννομιον
IDX:
17292
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17293
Key:

Data

{'content': 'fools'}