Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Βίων
βιώνης
βιώσιμος
βίωσις
βιώσκομαι
βιωτέον
βιωτικός
βιωτός
βιωφελής
βλαβεραυγής
βλαβερός
βλάβη
βλάβομαι
βλαδαρός
βλαισόομαι
βλαισός
βλαισότης
βλαίσωσις
βλακεία
βλακεννόμιον
βλάκευμα
View word page
βλαβερός
hurtful, noxious, disadvantageous

ShortDef

hurtful, noxious, disadvantageous

Debugging

Headword:
βλαβερός
Headword (normalized):
βλαβερός
Headword (normalized/stripped):
βλαβερος
IDX:
17283
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17284
Key:

Data

{'content': 'hurtful, noxious, disadvantageous'}