Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Βιστονίς
βίσων
βίτος
Βίτων
βιώλεθρος
Βίων
βιώνης
βιώσιμος
βίωσις
βιώσκομαι
βιωτέον
βιωτικός
βιωτός
βιωφελής
βλαβεραυγής
βλαβερός
βλάβη
βλάβομαι
βλαδαρός
βλαισόομαι
βλαισός
View word page
βιωτέον
one must live

ShortDef

one must live

Debugging

Headword:
βιωτέον
Headword (normalized):
βιωτέον
Headword (normalized/stripped):
βιωτεον
IDX:
17278
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17279
Key:

Data

{'content': 'one must live'}