Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βιόω
βιπίννιον
βίρρος
βίσβη
Βιστονίς
βίσων
βίτος
Βίτων
βιώλεθρος
Βίων
βιώνης
βιώσιμος
βίωσις
βιώσκομαι
βιωτέον
βιωτικός
βιωτός
βιωφελής
βλαβεραυγής
βλαβερός
βλάβη
View word page
βιώνης
one who buys food
ShortDef
one who buys food
Debugging
Headword:
βιώνης
Headword (normalized):
βιώνης
Headword (normalized/stripped):
βιωνης
IDX:
17274
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17275
Key:
Data
{'content': 'one who buys food'}