Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βιοτοσκόπος
βιοτρόφος
βιοφειδής
βιοφθορία
βιοφθόρος
βιόω
βιπίννιον
βίρρος
βίσβη
Βιστονίς
βίσων
βίτος
Βίτων
βιώλεθρος
Βίων
βιώνης
βιώσιμος
βίωσις
βιώσκομαι
βιωτέον
βιωτικός
View word page
βίσων
bison
ShortDef
bison
Debugging
Headword:
βίσων
Headword (normalized):
βίσων
Headword (normalized/stripped):
βισων
IDX:
17269
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17270
Key:
Data
{'content': 'bison'}