Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βιβλιοπωλεῖον
βιβλιοπώλης
βιβλιοφόριον
βιβλιοφυλακέω
βιβλιοφυλακία
βιβλιοφυλάκιον
βιβλιοφύλαξ
βιβλίς
βίβλος
Βίβουλος
βιβρώσκω
βιδιαῖοι
βιζάριον
βίη
βίθυν
Βιθυνία
βιθυνιάρχης
βιθυνιαρχία
Βιθυνικός
Βιθυνίς
Βιθυνός
View word page
βιβρώσκω
to eat, eat up

ShortDef

to eat, eat up

Debugging

Headword:
βιβρώσκω
Headword (normalized):
βιβρώσκω
Headword (normalized/stripped):
βιβρωσκω
IDX:
17210
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17211
Key:

Data

{'content': 'to eat, eat up'}