Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βερίκοκκον
βέρκιος
Βέσβιον
βεστίον
βεττονική
βεῦδος
βῆ
βῆβῆ
βῆγμα
Βήθηλα
Βηθλεέμη
Βηλίδες
βηλόθυρον
Βῆλος
βηλός
βῆμα
βηματίζω
βηματιστής
Βήνακος
βήξ
βήρηξ
View word page
Βηθλεέμη
Bethlehem
ShortDef
Bethlehem
Debugging
Headword:
Βηθλεέμη
Headword (normalized):
βηθλεέμη
Headword (normalized/stripped):
βηθλεεμη
IDX:
17126
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17127
Key:
Data
{'content': 'Bethlehem'}