Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βερβέριον
βερβίνια
βεργαΐζω
βέρεδος
βέρεθρον
Βερέκυντες
Βερενίκη
Βερέσχεθοι
βερέσχεθος
βερίκοκκον
βέρκιος
Βέσβιον
βεστίον
βεττονική
βεῦδος
βῆ
βῆβῆ
βῆγμα
Βήθηλα
Βηθλεέμη
Βηλίδες
View word page
βέρκιος
a fugitive
ShortDef
a fugitive
Debugging
Headword:
βέρκιος
Headword (normalized):
βέρκιος
Headword (normalized/stripped):
βερκιος
IDX:
17117
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17118
Key:
Data
{'content': 'a fugitive'}