Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Βενετιανός
βένετος
βένθος
Βενιαμίν
Βενιαμίτης
Βενιαμῖτις
βέομαι
βέρβερι
βερβέριον
βερβίνια
βεργαΐζω
βέρεδος
βέρεθρον
Βερέκυντες
Βερενίκη
Βερέσχεθοι
βερέσχεθος
βερίκοκκον
βέρκιος
Βέσβιον
βεστίον
View word page
βεργαΐζω
romance
ShortDef
romance
Debugging
Headword:
βεργαΐζω
Headword (normalized):
βεργαΐζω
Headword (normalized/stripped):
βεργαιζω
IDX:
17109
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17110
Key:
Data
{'content': 'romance'}