Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βελουλκός
βελοφόροι
βέλτερος
βελτιότης
βελτιόω
βέλτιστος
βελτίων
βελτίωσις
βεμβεύει
βεμβίκεια
βεμβικιάω
βεμβικίζω
βεμβικώδης
βέμβιξ
βεμβραφύη
Βενδίδεια
Βενδίδειον
Βενδῖς
Βενετιανός
βένετος
βένθος
View word page
βεμβικιάω
to spin like a top

ShortDef

to spin like a top

Debugging

Headword:
βεμβικιάω
Headword (normalized):
βεμβικιάω
Headword (normalized/stripped):
βεμβικιαω
IDX:
17091
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17092
Key:

Data

{'content': 'to spin like a top'}