Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βελονοειδής
βελονοθήκη
βελονοποικίλτης
βελονοπώλης
βελοποιΐα
βελοποιός
βέλος
βελοστασία
βελόστασις
βελοσφενδόνη
βελουλκέω
βελουλκητέον
βελουλκία
βελουλκικός
βελουλκός
βελοφόροι
βέλτερος
βελτιότης
βελτιόω
βέλτιστος
βελτίων
View word page
βελουλκέω
draw out darts
ShortDef
draw out darts
Debugging
Headword:
βελουλκέω
Headword (normalized):
βελουλκέω
Headword (normalized/stripped):
βελουλκεω
IDX:
17077
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17078
Key:
Data
{'content': 'draw out darts'}