Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βελίτης
Βελλεροφόντης
βελοθήκη
βελόνη
βελονίς
βελονοειδής
βελονοθήκη
βελονοποικίλτης
βελονοπώλης
βελοποιΐα
βελοποιός
βέλος
βελοστασία
βελόστασις
βελοσφενδόνη
βελουλκέω
βελουλκητέον
βελουλκία
βελουλκικός
βελουλκός
βελοφόροι
View word page
βελοποιός
making missiles

ShortDef

making missiles

Debugging

Headword:
βελοποιός
Headword (normalized):
βελοποιός
Headword (normalized/stripped):
βελοποιος
IDX:
17072
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17073
Key:

Data

{'content': 'making missiles'}