Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βελενκώθιον
βελεσσιχαρής
βελικός
βελίτης
Βελλεροφόντης
βελοθήκη
βελόνη
βελονίς
βελονοειδής
βελονοθήκη
βελονοποικίλτης
βελονοπώλης
βελοποιΐα
βελοποιός
βέλος
βελοστασία
βελόστασις
βελοσφενδόνη
βελουλκέω
βελουλκητέον
βελουλκία
View word page
βελονοποικίλτης
embroiderer

ShortDef

embroiderer

Debugging

Headword:
βελονοποικίλτης
Headword (normalized):
βελονοποικίλτης
Headword (normalized/stripped):
βελονοποικιλτης
IDX:
17069
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17070
Key:

Data

{'content': 'embroiderer'}