Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βδελλίζω
βδέλλιον
βδελλιστέον
βδελλολάρυγξ
βδέλυγμα
βδελυγμία
βδελυγμός
Βδελυκλέων
βδελυκτός
βδελυρεύομαι
βδελυρία
βδελυρός
βδελύσσομαι
βδέσμα
βδέω
βδόλος
βδύλλω
βέβαιος
βεβαιότης
βεβαιότροπος
βεβαιόω
View word page
βδελυρία
brutal conduct, want of shame and decency, brutality
ShortDef
brutal conduct, want of shame and decency, brutality
Debugging
Headword:
βδελυρία
Headword (normalized):
βδελυρία
Headword (normalized/stripped):
βδελυρια
IDX:
17028
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17029
Key:
Data
{'content': 'brutal conduct, want of shame and decency, brutality'}