Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βαφή
βαφικός
βάφισσα
βάψιμος
βάψις
βδαλεύς
βδάλλω
βδάλσις
βδέλλα
βδελλίζω
βδέλλιον
βδελλιστέον
βδελλολάρυγξ
βδέλυγμα
βδελυγμία
βδελυγμός
Βδελυκλέων
βδελυκτός
βδελυρεύομαι
βδελυρία
βδελυρός
View word page
βδέλλιον
Balsamodendrum africanum

ShortDef

Balsamodendrum africanum

Debugging

Headword:
βδέλλιον
Headword (normalized):
βδέλλιον
Headword (normalized/stripped):
βδελλιον
IDX:
17019
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-17020
Key:

Data

{'content': 'Balsamodendrum africanum'}