Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βατραχίσκοι
βατραχίτης
βατραχομυομαχία
βάτραχος
Βάτραχος
βατταρίζω
βατταρισμός
βατταριστής
βαττολογέω
Βάττος
βάττος
βατύλη
βατώδης
βαύ
βαῦ
βαυβάω
βαΰζω
βαυκαλάω
βαυκάλη
βαυκάλημα
βαυκάλησις
View word page
βάττος
stammerer, lisper
ShortDef
Battus
stammerer, lisper
Debugging
Headword:
βάττος
Headword (normalized):
βάττος
Headword (normalized/stripped):
βαττος
IDX:
16986
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-16987
Key:
Data
{'content': 'stammerer, lisper'}