Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βατραχίς
βατραχίσκοι
βατραχίτης
βατραχομυομαχία
βάτραχος
Βάτραχος
βατταρίζω
βατταρισμός
βατταριστής
βαττολογέω
Βάττος
βάττος
βατύλη
βατώδης
βαύ
βαῦ
βαυβάω
βαΰζω
βαυκαλάω
βαυκάλη
βαυκάλημα
View word page
Βάττος
Battus
ShortDef
Battus
stammerer, lisper
Debugging
Headword:
Βάττος
Headword (normalized):
βάττος
Headword (normalized/stripped):
βαττος
IDX:
16985
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-16986
Key:
Data
{'content': 'Battus'}