Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βασίλεια
βασιλειάω
βασιλείδης
βασιλείδιον
βασίλειον
βασίλειος
βασιλεύς
βασιλευτός
βασιλεύω
βασίλη
βασιλήϊος
βασιληΐς
βασιλίζω
βασιλικός
βασιλίς
βασιλίσκος
βασίλισσα
Βάσιλος
βάσιμος
βάσις
βασκαίνω
View word page
βασιλήϊος
royal
ShortDef
royal
Debugging
Headword:
βασιλήϊος
Headword (normalized):
βασιλήϊος
Headword (normalized/stripped):
βασιληιος
IDX:
16914
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-16915
Key:
Data
{'content': 'royal'}