Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βαρυσκίπων
βαρύσπλαγχνος
βαρυσταθμέω
βαρύσταθμος
βαρυστενάχων
βαρύστομος
βαρύστονος
βαρυσύμφορος
βαρυσφάραγος
βαρύσωμος
βαρυτάλαντος
βαρυταρβής
βαρυτελής
βαρύτης
βαρυτιμέω
βαρύτιμος
βαρύτλητος
βαρυτονέω
βαρυτόνησις
βαρυτονητέος
βαρύτονος
View word page
βαρυτάλαντος
weighing heavily

ShortDef

weighing heavily

Debugging

Headword:
βαρυτάλαντος
Headword (normalized):
βαρυτάλαντος
Headword (normalized/stripped):
βαρυταλαντος
IDX:
16863
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-16864
Key:

Data

{'content': 'weighing heavily'}