Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βαρύς
βαρυσίδηρος
βαρυσκελής
βαρυσκίπων
βαρύσπλαγχνος
βαρυσταθμέω
βαρύσταθμος
βαρυστενάχων
βαρύστομος
βαρύστονος
βαρυσύμφορος
βαρυσφάραγος
βαρύσωμος
βαρυτάλαντος
βαρυταρβής
βαρυτελής
βαρύτης
βαρυτιμέω
βαρύτιμος
βαρύτλητος
βαρυτονέω
View word page
βαρυσύμφορος
weighed down by ill-luck

ShortDef

weighed down by ill-luck

Debugging

Headword:
βαρυσύμφορος
Headword (normalized):
βαρυσύμφορος
Headword (normalized/stripped):
βαρυσυμφορος
IDX:
16860
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-16861
Key:

Data

{'content': 'weighed down by ill-luck'}