Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βαρυπενθής
βαρυπένθητος
βαρυπεσής
βαρυπήμων
βαρύπλουτος
βαρυπνείων
βαρύπνοια
βαρύποτμος
βαρύπους
βαρύπυκνος
βαρυρρήμων
βαρύς
βαρυσίδηρος
βαρυσκελής
βαρυσκίπων
βαρύσπλαγχνος
βαρυσταθμέω
βαρύσταθμος
βαρυστενάχων
βαρύστομος
βαρύστονος
View word page
βαρυρρήμων
using heavy words

ShortDef

using heavy words

Debugging

Headword:
βαρυρρήμων
Headword (normalized):
βαρυρρήμων
Headword (normalized/stripped):
βαρυρρημων
IDX:
16849
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-16850
Key:

Data

{'content': 'using heavy words'}