Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βαρυκέφαλος
βαρύκομπος
βαρύκοτος
βαρύκτυπος
βαρυλαῖλαψ
βαρύλλιον
βαρύλογος
βαρύλυπος
βαρύμαστος
βαρυμελής
βαρυμηνιάω
βαρύμηνις
βαρύμισθος
βαρύμοχθος
βαρυμωροκάρδιος
βάρυνσις
βαρυντέον
βαρυντικός
βαρύνω
βαρύνωτος
βαρυοδμία
View word page
βαρυμηνιάω
to be exceedingly wrathful
ShortDef
to be exceedingly wrathful
Debugging
Headword:
βαρυμηνιάω
Headword (normalized):
βαρυμηνιάω
Headword (normalized/stripped):
βαρυμηνιαω
IDX:
16822
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-16823
Key:
Data
{'content': 'to be exceedingly wrathful'}