Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βαρυήκοος
βαρυηχής
βαρύθροος
βαρυθυμέω
βαρυθυμία
βαρύθυμος
βαρύθω
βαρυκάρδιος
βαρυκαρπέω
βαρυκέφαλος
βαρύκομπος
βαρύκοτος
βαρύκτυπος
βαρυλαῖλαψ
βαρύλλιον
βαρύλογος
βαρύλυπος
βαρύμαστος
βαρυμελής
βαρυμηνιάω
βαρύμηνις
View word page
βαρύκομπος
loud-roaring

ShortDef

loud-roaring

Debugging

Headword:
βαρύκομπος
Headword (normalized):
βαρύκομπος
Headword (normalized/stripped):
βαρυκομπος
IDX:
16813
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-16814
Key:

Data

{'content': 'loud-roaring'}