Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βαπτισμός
βαπτιστήριον
βαπτιστής
βαπτός
βάπτω
βάραθρον
βάραθρος
βαραθρώδης
βάρακος
βάραξ
βαρβάρα
βαρβαρίζω
βαρβαρίκιον
βαρβαρικός
βαρβαρισμός
βαρβαριστί
βαρβαροκτόνος
βαρβαρόομαι
βάρβαρος
βαρβαροστομία
βαρβαρότης
View word page
βαρβάρα
plaster

ShortDef

plaster

Debugging

Headword:
βαρβάρα
Headword (normalized):
βαρβάρα
Headword (normalized/stripped):
βαρβαρα
IDX:
16736
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-16737
Key:

Data

{'content': 'plaster'}