Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βαναυσικός
βάναυσος
βαναυσουργέω
βαναυσουργία
βαναυσουργός
βανωτός
βάξις
βάπτης
βαπτίζω
βαπτικός
βάπτισις
βάπτισμα
βαπτισμός
βαπτιστήριον
βαπτιστής
βαπτός
βάπτω
βάραθρον
βάραθρος
βαραθρώδης
βάρακος
View word page
βάπτισις
dipping: baptism

ShortDef

dipping: baptism

Debugging

Headword:
βάπτισις
Headword (normalized):
βάπτισις
Headword (normalized/stripped):
βαπτισις
IDX:
16724
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-16725
Key:

Data

{'content': 'dipping: baptism'}