Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βαναυσία
βαναυσικός
βάναυσος
βαναυσουργέω
βαναυσουργία
βαναυσουργός
βανωτός
βάξις
βάπτης
βαπτίζω
βαπτικός
βάπτισις
βάπτισμα
βαπτισμός
βαπτιστήριον
βαπτιστής
βαπτός
βάπτω
βάραθρον
βάραθρος
βαραθρώδης
View word page
βαπτικός
for dyeing
ShortDef
for dyeing
Debugging
Headword:
βαπτικός
Headword (normalized):
βαπτικός
Headword (normalized/stripped):
βαπτικος
IDX:
16723
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-16724
Key:
Data
{'content': 'for dyeing'}