Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βαμβακοειδής
βαμβάκτης
βάμμα
βαναυσία
βαναυσικός
βάναυσος
βαναυσουργέω
βαναυσουργία
βαναυσουργός
βανωτός
βάξις
βάπτης
βαπτίζω
βαπτικός
βάπτισις
βάπτισμα
βαπτισμός
βαπτιστήριον
βαπτιστής
βαπτός
βάπτω
View word page
βάξις
a saying

ShortDef

a saying

Debugging

Headword:
βάξις
Headword (normalized):
βάξις
Headword (normalized/stripped):
βαξις
IDX:
16720
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-16721
Key:

Data

{'content': 'a saying'}