Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βαλιδικός
Βαλίος
βάλιος
βαλιός
βαλλάντιον
βαλλαντιοτομέω
βαλλαντιοτόμος
βαλλαχράδαι
βαλλήν
βαλλητύς
βαλλίζω
βάλλις
βαλλισμός
βαλλίστρα
βάλλω
βαλλωτή
βαλσαμίνη
βάλσαμον
βαλσαμῶδες
βᾶμα
βαμβαίνω
View word page
βαλλίζω
dance, jump about

ShortDef

dance, jump about

Debugging

Headword:
βαλλίζω
Headword (normalized):
βαλλίζω
Headword (normalized/stripped):
βαλλιζω
IDX:
16698
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-16699
Key:

Data

{'content': 'dance, jump about'}