Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
βαλανίς
βαλανισμός
βαλάνισσα
βαλανιστέον
βαλανιστής
βαλανίτης
βαλανῖτις
βαλανοδόκη
βαλανοειδής
βαλανοκάστανον
βάλανος
βαλανόω
βαλαντιοκλέπτης
βαλανώδης
βαλάνωσις
βαλανωτός
βαλαύστιον
βαλαύστρινος
βαλβιδοῦχος
βαλβιδώδης
Βαλβῖνος
View word page
βάλανος
an acorn
ShortDef
an acorn
Debugging
Headword:
βάλανος
Headword (normalized):
βάλανος
Headword (normalized/stripped):
βαλανος
IDX:
16673
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-16674
Key:
Data
{'content': 'an acorn'}