Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βαλανικός
βαλάνινος
βαλάνιον
βαλανίς
βαλανισμός
βαλάνισσα
βαλανιστέον
βαλανιστής
βαλανίτης
βαλανῖτις
βαλανοδόκη
βαλανοειδής
βαλανοκάστανον
βάλανος
βαλανόω
βαλαντιοκλέπτης
βαλανώδης
βαλάνωσις
βαλανωτός
βαλαύστιον
βαλαύστρινος
View word page
βαλανοδόκη
the socket in a door-post to receive the βάλανος

ShortDef

the socket in a door-post to receive the βάλανος

Debugging

Headword:
βαλανοδόκη
Headword (normalized):
βαλανοδόκη
Headword (normalized/stripped):
βαλανοδοκη
IDX:
16670
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-16671
Key:

Data

{'content': 'the socket in a door-post to receive the βάλανος'}