Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Βακχώδης
βάλαγρος
βαλανάγρα
βαλανάριον
βαλανειόμφαλος
βαλανεῖον
βαλανεύς
βαλανευτικός
βαλανεύω
βαλανηρός
βαλανηφαγέω
βαλανηφαγία
βαλανηφάγος
βαλανηφόρος
βαλανίδιον
βαλανίζω
βαλανικός
βαλάνινος
βαλάνιον
βαλανίς
βαλανισμός
View word page
βαλανηφαγέω
live on acorns

ShortDef

live on acorns

Debugging

Headword:
βαλανηφαγέω
Headword (normalized):
βαλανηφαγέω
Headword (normalized/stripped):
βαλανηφαγεω
IDX:
16654
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-16655
Key:

Data

{'content': 'live on acorns'}