Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

βάκχυλος
Βακχώδης
βάλαγρος
βαλανάγρα
βαλανάριον
βαλανειόμφαλος
βαλανεῖον
βαλανεύς
βαλανευτικός
βαλανεύω
βαλανηρός
βαλανηφαγέω
βαλανηφαγία
βαλανηφάγος
βαλανηφόρος
βαλανίδιον
βαλανίζω
βαλανικός
βαλάνινος
βαλάνιον
βαλανίς
View word page
βαλανηρός
of the acorn type

ShortDef

of the acorn type

Debugging

Headword:
βαλανηρός
Headword (normalized):
βαλανηρός
Headword (normalized/stripped):
βαλανηρος
IDX:
16653
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-16654
Key:

Data

{'content': 'of the acorn type'}