Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Βακχισταί
Βάκχος
βάκχυλος
Βακχώδης
βάλαγρος
βαλανάγρα
βαλανάριον
βαλανειόμφαλος
βαλανεῖον
βαλανεύς
βαλανευτικός
βαλανεύω
βαλανηρός
βαλανηφαγέω
βαλανηφαγία
βαλανηφάγος
βαλανηφόρος
βαλανίδιον
βαλανίζω
βαλανικός
βαλάνινος
View word page
βαλανευτικός
of or for baths

ShortDef

of or for baths

Debugging

Headword:
βαλανευτικός
Headword (normalized):
βαλανευτικός
Headword (normalized/stripped):
βαλανευτικος
IDX:
16651
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-16652
Key:

Data

{'content': 'of or for baths'}