Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Βακχιάζω
Βακχιαστής
Βακχικός
βακχιόω
Βακχισταί
Βάκχος
βάκχυλος
Βακχώδης
βάλαγρος
βαλανάγρα
βαλανάριον
βαλανειόμφαλος
βαλανεῖον
βαλανεύς
βαλανευτικός
βαλανεύω
βαλανηρός
βαλανηφαγέω
βαλανηφαγία
βαλανηφάγος
βαλανηφόρος
View word page
βαλανάριον
bath-towel

ShortDef

bath-towel

Debugging

Headword:
βαλανάριον
Headword (normalized):
βαλανάριον
Headword (normalized/stripped):
βαλαναριον
IDX:
16647
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-16648
Key:

Data

{'content': 'bath-towel'}