Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Βακχεῖον
Βάκχειος
Βάκχευμα
Βακχεύσιμος
Βάκχευσις
Βακχευτής
Βακχευτικός
Βακχεύω
Βακχέχορος
Βάκχη
Βακχιάδας
Βακχιάζω
Βακχιαστής
Βακχικός
βακχιόω
Βακχισταί
Βάκχος
βάκχυλος
Βακχώδης
βάλαγρος
βαλανάγρα
View word page
Βακχιάδας
Bacchiades, (pl. Βακχιάδαι, Bacchiads, Corinthian descendants of Βάκχις)

ShortDef

Bacchiades, (pl. Βακχιάδαι, Bacchiads, Corinthian descendants of Βάκχις)

Debugging

Headword:
Βακχιάδας
Headword (normalized):
βακχιάδας
Headword (normalized/stripped):
βακχιαδας
IDX:
16636
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-16637
Key:

Data

{'content': 'Bacchiades, (pl. Βακχιάδαι, Bacchiads, Corinthian descendants of Βάκχις)'}